Γεώργιος Νικολού Βαρνακιώτης

Ο οπλαρχηγός που έχει δεχθεί τόσες κατηγορίες όσες κανένας άλλος οπλαρχηγός του 1821. Ιστορικοί, ποιητές, συγγραφείς και λόγιοι έχουν  «καρφώσει» την ταμπέλα «προδότης» δίπλα στο όνομά του.

Ο Γεώργιος Νικολού Βαρνακιώτης γεννήθηκε στο Βάρνακα Ξηρομέρου, το 1780. Το επώνυμό του ήταν αρχικά Νικολού, από το πατρώνυμο.
Υπέγραφε ως Γεωργάκης Νικολού. Αργότερα υιοθέτησε το επώνυμο Βαρνακιώτης από το χωριό καταγωγής του.  Ήταν γιός του Νικόλα και εγγονός του Γιάννου Βαρνακιώτη. Ο παππούς του, το 1769, ακολουθώντας τους Ρώσους πολέμησε στην Κριμαία, στα Ορλωφικά, όπου και σκοτώθηκε. Ο πατέρας του, ο Νικόλας, ανέλαβε το αρματολίκι του κάτω Ξηρομέρου και παντρεύτηκε  την κόρη του Χρήστου Γρίβα, παππού του Θεοδωράκη Γρίβα.

Το 1800, σε ηλικία 20 ετών, διαδέχτηκε τον πατέρα του στο αρματολίκι του Ξηρομέρου.

Τον Ιανουάριο του 1821 έλαβε μέρος στη σύσκεψη των Φιλικών οπλαρχηγών στη Λευκάδα, που έγινε με υπόδειξη του Αλέξανδρου Υψηλάντη και στην οποία συμμετείχαν κι άλλοι Φιλικοί οπλαρχηγοί της Στερεάς Ελλάδος.
Στη σύσκεψη αυτή αποφασίστηκε να ανατεθεί η εξέγερση της ανατολικής Ρούμελης στον Οδυσσέα Ανδρούτσο και τον Πανουργιά και της δυτικής Ρούμελης στο Βαρνακιώτη και στον Τσόγκα. Έτσι στις 25 Μαΐου 1821, ο Βαρνακιώτης,  από το Ξηρόμερο, απηύθυνε Επαναστατική Προκήρυξη, με την οποία καλούσε κυρίως τους προεστούς, αλλά και όλους τους κατοίκους του Ξηρομέρου να αγωνιστούν για την
ελευθερία.

 

Παρ’ όλα αυτά, η επανάσταση στην περιοχή της Ακαρνανίας και της Αιτωλίας δεν άρχισε παρά μόνο τον Μάιο, δύο μήνες δηλαδή μετά την κήρυξή της στην Πελοπόννησο και την Ανατολική Στερεά. Οι λόγοι της καθυστέρησης αυτής οφείλονται, βέβαια, και στο γεγονός ότι στην περιοχή υπήρχαν ισχυρές τουρκικές δυνάμεις, αλλά ο κυριότερος λόγος ήταν, κατά τον ιστορικό του Αγώνα Ιωάννη Φιλήμονα, η αναποφασιστικότητα του Βαρνακιώτη, που δεν ήταν άσχετη και με την φιλία του με τον Ομέρ Βρυώνη. Κατά τον Φιλήμονα επίσης, ο Βαρνακιώτης  “..αναποφάσιστος εδείκνυτο ως προς τον πόλεμον και μάλλον την αποτυχίαν αυτού εθεώρει αναπόφευκτον ως εκ των μικρών δυνάμεων της Ελλάδος”

Λίγες ημέρες μετά το ξέσπασμα της επανάστασης στην περιοχή, ο Βαρνακιώτης με αξιόλογη δύναμη Ξηρομεριτών πήρε μέρος στην πολιορκία της σημαντικότερης πόλης της περιοχής, του Βραχωριού , την οποία με άλλους οπλαρχηγούς κατέλαβε και απελευθέρωσε. Το Βραχώρι ήταν η πρώτη πόλη που απελευθερώθηκε σ΄ ολόκληρη την Ελλάδα. Από τα λάφυρα που έπεσαν στα χέρια των Ελλήνων ενισχύθηκε ο Απελευθερωτικός αγώνας.

Η άφιξη του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου στη δυτική Στερεά Ελλάδα (Ιούλιος 1821) υπήρξε αποφασιστική για την πορεία του Βαρνακιώτη. Ο Φαναριώτης πολιτικός επιδίωξε και κατόρθωσε να προσεταιριστεί τους προκρίτους του Μεσολογγίου και τους αγωνιστές Ανδρέα Ίσκο, Δημήτριο Μακρή κ.ά., όχι όμως και το Βαρνακιώτη, που ήταν ο σημαντικότερος ίσως από τους οπλαρχηγούς της Δυτικής Στερεάς. Και ενώ ο Βαρνακιώτης είχε σπεύσει στην περιοχή της Άρτας, με τους οπλαρχηγούς Ίσκο, Μακρή, Τσόγκα, για να ενισχύσει τον αγώνα των Σουλιωτών στα μέσα Νοεμβρίου, ο Μαυροκορδάτος τον αγνόησε στη συνέλευση της Δυτικής Χέρσου Ελλάδος που συγκλήθηκε στο Μεσολόγγι στις 4 Νοεμβρίου, αν και είχαν κληθεί ο Μακρής και άλλοι οπλαρχηγοί. Αν και η ρήξη μεταξύ Μαυροκορδάτου και Βαρνακιώτη φάνηκε τότε οριστική, ο τελευταίος εξακολούθησε να μετέχει στον Αγώνα χωρίς διακοπή, και τον Ιούνιο του 1822 πολέμησε στο Κομπότι της ‘Αρτας και στο Πέτα, πλάι στο Μάρκο Μπότσαρη, το Δήμο Τσέλιο και τον Ανδρέα ‘Ισκο.

Μετά την καταστροφή στο Πέτα η απειλή για τη δυτική Ελλάδα ήταν σοβαρή. Στις αρχές Αυγούστου 1822 ο Βαρνακιώτης με τις δυνάμεις του παρατάχθηκαν στη ράχη του Προφήτη Ηλία, απέναντι ακριβώς από τον Αετό του Ξηρομέρου, από όπου θα περνούσαν τα τουρκικά στρατεύματα του Κιουταχή στην πορεία τους προς τη νότια Ελλάδα.

Η μάχη ανάμεσά τους έληξε με νίκη του Βαρνακιώτη (10 Αυγούστου), που ανάγκασε τους Τούρκους να συμπτυχθούν. Η επιτυχία του αυτή θα μπορούσε να αποτελέσει την αφετηρία μιας νέας συνεργασίας των δυνάμεων της Δυτικής Ελλάδας, ο Μαυροκορδάτος όμως τον κατηγόρησε ότι δεν εκμεταλλεύτηκε όσο έπρεπε τη νίκη. Από το άλλο μέρος ο Βαρνακιώτης αντιμετώπιζε με καχυποψία ορισμένες ενέργειες του Μαυροκορδάτου, αλλά και δυσπιστούσε στη στάση άλλων οπλαρχηγών, όπως του Μάρκου Μπότσαρη και του Γεωργίου Τσόγκα, επειδή δεν τον βοήθησαν στη μάχη του Αετού.

Ωστόσο οι στρατιωτικές ικανότητες του Βαρνακιώτη δεν ήταν δυνατό να αγνοηθούν, και γι’ αυτό ο Μαυροκορδάτος αποφάσισε να τον χρησιμοποιήσει. ‘Ηταν ο μόνος που μπορούσε να προχωρήσει σε παραπλανητικές συνεννοήσεις με τους Τούρκους, αλλά και ο μόνος που μπορούσε να τους αναχαιτίσει. Έτσι στις 17 Σεπτεμβρίου ο Βαρνακιώτης «δια την εις τα πολεμικά εμπειρίαν του και δια τον υπέρ πατρίδος διακαή ζήλον του» διορίστηκε από το Εκτελεστικό Σώμα στρατηγός που θα είχε «την γενικήν διεύθυνσιν όλων των στρατιωτικών επιχειρήσεων εις την περιφέρειαν της Δυτικής χέρσου Ελλάδος».

Λίγο αργότερα όμως μια αποτυχία του στο Λουτράκι της Βόνιτσας, όπου συγκρούστηκαν οι Έλληνες με τον Κιουταχή και τον Ομέρ Βρυώνη, αποδόθηκε σε προδοτική ενέργειά του, επειδή λίγο προηγουμένως οι Τούρκοι αρχηγοί τον είχαν καλέσει να προσχωρήσει σ’ αυτούς με σημαντικά ανταλλάγματα. Το γεγονός όμως αυτό ο Ρουμελιώτης οπλαρχηγός το είχε ήδη πριν από τη μάχη γνωστοποιήσει στο Μαυροκορδάτο.

Ο Βαρνακιώτης είχε άλλωστε αποδείξει ως εκείνη τη στιγμή ότι δε δεχόταν καμιά συζήτηση με τους Τούρκους και γι’ αυτό είχε αποκρούσει μια πρώτη πρόταση του Μαυροκορδάτου να διαπραγματευθεί παραπλανητικά μαζί τους. Σε νεότερη όμως συνάντησή του με το Μαυροκορδάτο ο Βαρνακιώτης, παρά τις σοβαρές επιφυλάξεις που πρόβαλε, δέχτηκε τελικά να προχωρήσει σε πλαστές διαπραγματεύσεις, αν του έδιναν γραπτή εντολή. ‘Ύστερα από το «έγγραφον αποστολής» που υπέγραψε ο Μαυροκορδάτος, η συνάντηση του Βαρνακιώτη με τον Ομέρ Βρυώνη πραγματοποιήθηκε στην Άρτα, και ο Βαρνακιώτης δήλωσε υποταγή. Η παραμονή του όμως κοντά στους Τούρκους πασάδες, περισσότερο από όσο απαιτούσε η περίσταση, δημιούργησε νέες υποψίες, που ενισχύθηκαν και από άλλα περιστατικά και από φήμες που διέδιδαν οι αντίπαλοι ή οι αντίζηλοί του. Η στάση του Βαρνακιώτη στην περίοδο αυτή έχει απασχολήσει τους ιστορικούς, και οι απόψεις που έχουν διατυπωθεί διαφέρουν πολύ μεταξύ τους.

Σύμφωνα με τον αγωνιστή Κάρπο (Πολύκαρπο) Παππαδόπουλο, που αφιέρωσε στην υπόθεση του Βαρνακιώτη ένα έργο του δημοσιευμένο το 1861, φαίνεται ότι ο στρατηγός της Δυτικής Ελλάδας ήταν θύμα των ραδιουργιών και των επιβουλών του Μαυροκορδάτου. Κατά τον Παπαδόπουλο πάντοτε, ο Βαρνακιώτης όχι μόνο βοήθησε επανειλημμένα τους Έλληνες, ενώ βρισκόταν κοντά στους Τούρκους, αλλά και πολλές φορές προσπάθησε να υπερασπιστεί τον εαυτό του και να αποκρούσει τις συκοφαντίες του Μαυροκορδάτου.

 Έτσι ενώ η Γερουσία Δυτικής Χέρσου Ελλάδος που έδρευε, όπως είναι γνωστό στο Βραχώρι, στις 22-2-1822 τον είχε εκλέξει στρατηγό, στις 11 Οκτωβρίου 1822 με νέο έγγραφό της διόρισε στη θέση του το Μάρκο Μπότσαρη “αντί του επαράτου Γεωργίου Νικολού Βαρνακιώτη”, όπως ειπώθηκε.

Ο Βαρνακιώτης από τα Επτάνησα που είχε καταφύγει μετά την αποκήρυξή του προσπάθησε με επανειλημμένες αναφορές να αποδείξει την αθωότητά του. Τελικά η αποκατάστασή του έγινε το Δεκέμβριο του 1827, και έτσι ο παλιός οπλαρχηγός πήρε μέρος στις τελευταίες επιχειρήσεις που απέβλεπαν στην οριστική απομάκρυνση των υπολειμμάτων των Τούρκων από τη Στερεά. Εξάλλου η εμπιστοσύνη του Καποδίστρια προς το Βαρνακιώτη ήταν απόλυτη. Τον ονόμασε χιλίαρχο, και το 1830 πρόεδρο του «Στρατιωτικού Δικαστηρίου» της Δυτικής Ελλάδας. Τον επόμενο χρόνο εκλέχτηκε πληρεξούσιος της επαρχίας Ξηρομέρου στην Ε’ Εθνική Συνέλευση. Τέλος το 1836 με την απονομή νέων βαθμών του απονεμήθηκε από το βασιλιά ‘Οθωνα ο βαθμός του αντισυνταγματάρχη.

Ο Βαρνακιώτης είχε παντρευτεί την κόρη του Γιάννη Μπουκουβάλα, Αικατερίνη. Απέκτησαν μαζί τέσσερα παιδιά. Ο γιός του Νικόλαος και οι δύο κόρες του σκοτώθηκαν στον σεισμό του Ιουλίου του 1828. Ο μεγάλος γιός του, Διονύσιος, πολέμησε στο Μεσολόγγι κατά την Δεύτερη Πολιορκία το 1826 και στις τελευταίες μάχες του Αγώνα (1827-1828).

Πέθανε σε ηλικία 62 χρονών στο Μεσολόγγι, το 1842. Η γυναίκα του Αικατερίνη ζούσε μέχρι το 1865 στο Μεσολόγγι. Μαζί του σε όλη τη διάρκεια της πορείας του ήταν τα αδέρφια του: Γιάννης (1790-1825), που είχε γίνει χιλίαρχος, ο Γιώτης (1882-1839), επίσης χιλίαρχος, που πέθανε στη Βόνιτσα το 1839 και ο νεώτερος Σταμούλης (γεν. 1800).

Ανακοίνωση θανάτου Γιώτη Βαρνακιώτη στον τύπο
Ιανουάριος 1839

 

ΠΗΓΕΣ:

  • Κώστα Σαρδελή, Γεώργιος
    Βαρνακιώτης, ο προδομένος στρατηγός του 1821
  • ΑΜΦΙΚΤΙΟΝΙΑ ΑΚΑΡΝΑΝΩΝ  ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
  • Αγαπητού Σ. Αγαπητού, Ένδοξοι Έλληνες του 1821 ή Οι
    Πρωταγωνισταί της Ελλάδος, 1877
  • Ν. Φυσεντζίδου, Αυτόγραφοι Επιστολαί των Επισημοτέρων
    Ελλήνων Οπλαρχηγών, 1893
  • xiromeronews.blogspot.com
  • Κάρπου Παππαδόπουλου, Τα κατά Γ. Βαρνακιώτην και
    ανάκτησις του Μεσολογγίου, 1861
  • Κάρπου Παππαδόπουλου, Οδυσσέας Ανδρούτσος και Γ.
    Βαρνακιώτης, 1957

 

   Ωδή Εννάτη

Εις τον Προδότην

ΚΑΛΒΟΣ ΑΝΤΡΕΑΣ 

α’.

 

Eγύρισε ταις πλάταις του·
φεύγει, φεύγει ο προδότης·
αλαμπή σέρνει τ’ άρματα
φαρμακερά, το στήθος του
                έγινεν άδης.
                    β΄.
    Tον σταυρόν και τους Έλληνας
άφησ’ οπίσω, εξάπλωσεν
αδελφικώς την χείρα του
‘ς τους τούρκους, κ’ επροσκύνησε
                βάρβαρον νόμον.
                   γ΄.
    Tον συντροφεύει ολόμαυρον
μέγα εναέριον σύγνεφον·
κρέμεται ακόμα ατίνακτον
αστροπελέκι επάνω του,
                κ’ άγρυπνος μοίρα.
                   δ΄.
    Ω Bαρνακιώτη· τρέχεις,
και ο κτύπος των ποδών σου
αντιβομβεί, ωσάν ‘νάτρεχες
επί τον κούφιον θόλον
                βαθείας αβύσσου.
                   ε΄.
    Αν κοπιασμένος πέσης
‘ν αναπαυθής ‘ς τα χόρτα,
η τιμωρός συνείδησις
με’ σε πλαγιάζει αλλάζουσα
                τα χόρτα εις δράκοντας.
                   ς΄.
    Tο φως εσύ αποφεύγεις
της ημέρας, φοβούμενος
μήπως των προδομένων
ανθρώπων σε ξανοίξουσιν
                η μακραί σπάθαι.
                   ζ΄.
    Kράζεις την νύκτα, κ’ έρχεται·
αλλά εις το σκότος μέσα
τυλιγμένους φαντάζεσαι
εχθρούς αρματωμένους,
                και ως άφρων μένεις.
                   η΄.
    Αν μαυροφορεμένης
χήρας, αν βρέφους θρήνον
ορφανικόν ακούσης,
τρέμεις, και το ποτήρι σου
                πέφτει σχισμένον.
                   θ΄.
    Αν της χαράς τον γέλωτα
ιδής εις φιλικόν
δείπνον περιπετώμενον,
απ’ ίδρωτα θανάτου
                στάζουν τα φρύδια σου.
                   ι΄.
    Ω, ποίαν ζωήν ηγόρασες
προδότα Bαρνακιώτη!
και τι έλπιζες; το θείον
δια τους ομοίους σου τέτοια
                δώρα ετοιμάζει.
                   ια΄.
    Αν ήθελες χρυσάφι ―
πολύν εις τας βαρβάρους
αγαρηνάς σκηνάς
με’ το σπαθί εις το χέρι
                εύρισκες πλούτον.
                   ιβ΄.
    Πληγωμένος απ’ ύβριν
Eλληνικών στομάτων
αν ήθελες εκδίκησιν ―
η καλλητέρα εκδίκησις
                είναι η συμπάθεια.
                   ιγ΄.
    Mέγα, λαμπρόν εάν ήθελες
όνομα, και περνώντας
εσύ κάθε οφθαλμός
με’ θαυμασμόν ‘να στρέφεται
                παρατηρώντάς σε. ―
                   ιδ΄.
    Σφαλερόν δρόμον, άθλιε,
εδιάλεξας· οι Έλληνες
που επρόδωσας θαυμάζονται
απότην οικουμένην
                κ’ ήρωες καλούνται.
                   ιε΄.
    Kαι καταφρονημένος
O Bαρνακιώτης έγινε. ―
γύρευε από την μοίραν σου
κρυπτόν ‘να σου χαρίση
                τάφον εις όλους.

Για την αναπαραγωγή της ανάρτησης είναι ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ η αναφορά της πηγής.

Share

Loading

Visited 3 times, 1 visit(s) today