…και η Λίμνη των Κρεμαστών
Η λίμνη Κρεμαστών, με συνολική έκταση 88.000 στρεμμάτων, βρίσκεται ανάμεσα στο νομό Αιτωλοακαρνανίας και Ευρυτανίας και είναι η μεγαλύτερη τεχνητή λίμνη της Ελλάδος.
Οι δύο νομοί ενώνονται μέσω της Γέφυρας της Επισκοπής. Σε άλλο σημείο υπάρχει και η Γέφυρα της Τατάρνας κοντά στο ομώνυμο μοναστήρι.
Δημιουργήθηκε μετά την κατασκευή του φράγματος των Κρεμαστών, το 1969, από την συσσώρευση των υδάτινων όγκων των ποταμών Αχελώου, Αγραφιώτη, Ταυρωπού και Τρικεριώτη.
Το φράγμα Κρεμαστών κατασκευάστηκε σε ένα στένωμα της κοίτης του Αχελώου, στο σημείο όπου η λαϊκή παράδοση αναφέρει ότι ο θρυλικός Κατσαντώνης πήδησε από τη μια όχθη στην άλλη, καθώς τον κυνηγούσαν οι Τούρκοι και γι’ αυτό η θέση λέγεται «πήδημα του Κατσαντώνη».
Για την κατασκευή του φράγματος είχαν γίνει πολλές μελέτες. Η πρώτη έρευνα έγινε μεταξύ του 1918-1921 από τους μηχανικούς Sehn και Dubois, έναν Ελβετό και ένα Γάλλο, για λογαριασμό του Υπουργείου Δημοσίων Έργων.
Το 1938 η αμερικανική εταιρεία Cooper εκπόνησε προκαταρκτική μελέτη παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας για παραγωγή αλουμινίου. Το 1941 Γερμανοί καθηγητές συνέταξαν σχετική έκθεση και το 1946 η υπόθεση του φράγματος ήλθε και πάλι στην επιφάνεια, μέσω του Υπουργείου Δημοσίων Έργων, ενώ ουσιαστική κινητικότητα επήλθε μετά το 1950.
Το 1958 η Δ.Ε.Η. έκανε προκαταρκτική μελέτη και την υπέβαλλε στο Διεθνές Ταμείο Δανειοδότησης και Ανάπτυξης, η οποία ολοκληρώθηκε το 1959 και υποβλήθηκε στο ίδιο ταμείο για δανειοδότηση του έργου.
|
Από evrytanikospalmos.blogspot.com |
Το ανθρώπινο δράμα.
Ο πόθος
Ήθελα να βγω ένα πρωί, στου Κωνσταντή την ράχη
και τα γαλάζια να κοιτώ, της λίμνης τα νερά
και να γυρίζει ο λογισμός, στα σκοτεινά της βάθη
κει στα σοκάκια στις αυλές, που παίζαμε παιδιά……
Από “Τα νέα της Επισκοπής”, γραμμένο από τον Νίκο Στρατόπουλο.
Ήταν Ιούλιος του 1965.
Το υδροηλεκτρικό φράγμα των Κρεμαστών, ήταν πλέον πραγματικότητα. Το νερό ξεχύθηκε ορμητικό και κάλυψε τα πάντα. Η τεχνητή λίμνη, κατέκλυσε οτιδήποτε βρήκε στο διάβα της. Είκοσι κεφαλοχώρια μεταξύ των οποίων ο Άγιος Βασίλης, τα Σίδερα, ο Μαυριάς, η Επισκοπή , η Σιβίστα, ο Κάτω Τρίκλινος κ.α., δεκάδες εκκλησίες και μοναστήρια, οργωμένα χωράφια, καλλιέργειες και δέντρα – σχεδόν 90.000 στρέμματα γης- και ιστορικά γεφύρια, πολλά σπουδαία μνημνεία μιας μακραίωνης πολιτιστικής κληρονομιάς, «πνίγηκαν», διαγράφηκαν από το χάρτη, όταν τα νερά κάλυψαν την περιοχή..
Η γέφυρα της Μαρδάχας, χτισμένη στη θέση της ομώνυμης πηγής και η παλαιά μονή της Τατάρνας είναι κάποια από αυτά…
Το Γεφύρι του Μανώλη, το οποίο χρονολογείται να κατασκευάστηκε τα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας γύρω στο 1659 και για περισσότερα από 400 χρόνια ένωνε τις όχθες του ποταμού Αγραφιώτη, είναι ακόμη ένα από τα μνημεία το οποίο κάλυψαν τα νερά της λίμνης.
Για τους 2.000 κατοίκους της περιοχής όμως, η τεχνητή αυτή λίμνη ήταν ο υγρός τάφος που μέσα του θάφτηκε κάθε τι γνώριμο και λατρεμένο.
Εκατοντάδες άνθρωποι αναγκάστηκαν, με σπαραγμό ψυχής, να ξεριζωθούν από τις πατρίδες τους, κοιτάζοντας συνεχώς πίσω τους, τα σπίτια τους, το βιός τους, θέλοντας να κρατήσουν στο μυαλό τους μιά τελευταία εικόνα, πριν από την εγκατάλειψη. Πολλοί έδειξαν απροθυμία να φύγουν από τα σπίτια τους και διαδραματίστηκαν σκηνές τραγικές και τραυματικές.
|
Φωτ. Κώστα Μπαλάφα. |
|
|
|
Η διοίκηση του έργου έστειλε μπουλντόζες που τράνταζαν τα σπίτια, επιβάλλοντας στους ανθρώπους να φύγουν.
Ο μύθος θέλει να συμβαίνουν «περίεργα» ατυχήματα στις μπουλντόζες στην προσπάθεια τους να γκρεμίσουν τις εκκλησιές. Ερπύστριες να καταστρέφονται, σμήνος μελισσών να κυνηγούνε τους οδηγούς κ.α.
Τέτοιες σκηνές απαθανατίστηκαν από την κάμερα του φωτογράφου Κώστα Μπαλάφα, που είχε διοριστεί από τη διοίκηση ως φωτογράφος του έργου. Το 2002 δε, εκδόθηκε ένα λεύκωμα, «Τα αντίρροπα ρεύματα του Αχελώου» από το Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης, το οποίο περιλαμβάνει φωτογραφίες του Κώστα Μπαλάφα από το έργο.
Ο ίδιος περιγράφει με γλαφυρό τρόπο τις δραματικές εκείνες στιγμές στο evrytanikospalmos.
“…Οι κάτοικοι των χωριών αυτών, άνθρωποι αγρότες κατά το πλείστον με λιγοστή κτηνοτροφία, που ξεριζώθηκαν απ’ τις πατρογονικές τους εστίες, πήραν το δρόμο για το άγνωστο με την περιορισμένη αποζημίωση που κοστολόγησε την περιουσία τους η επιτροπή απαλλοτρίωσης.
Δραματικές ήταν οι στιγμές, όταν ήρθε η ώρα της φυγής, απ’ τον τόπο που γεννήθηκαν κι έθαψαν τους προγόνους τους. Πολλοί πριν ακόμα φύγουν, πήγαν με τον παπά στο νεκροταφείο για ένα τρισάγιο, το τελευταίο πριν μείνουν για πάντα κάτω απ’ το νερό. Άλλοι πάλι ξέθαψαν τα μνήματα, για να πάρουν τα κόκαλα των δικών τους μ’ ότι άλλο είχαν και αγκαλιά με την τραγική τους μοίρα για ν’ αναζητήσουν νέα πατρίδα.
|
Φωτ. Αρχείο ΔΕΗ |
Μερικοί σκόρπησαν στα γύρω χωριά, όπου είχαν γνωστούς ή συγγενείς. Άλλοι πάλι δυσκολεύτηκαν, να το πάρουν απόφαση, βουνίσιοι να ζήσουν στον κάμπο κι έστησαν πρόχειρες παράγκες με λαμαρίνες στα καταράχια, όσο διαρκούσε και η κατασκευή του έργου κι εύρισκαν μεροκάματο……
….Τα χτίσματα των χωρικών γκρεμίστηκαν απ’ τις μπουλντόζες για να πάρουν ότι φορητό μπορούσαν μέσα απ’ τα συντρίμμια και μόνο τα πέτρινα γεφύρια κατακλύστηκαν άθικτα και οι εκκλησιές βυθίστηκαν όρθιες απ’ το φόβο των Αγίων…”.
Στις αναμνήσεις των κατοίκων, ένα μνημείο είχε ξεχωριστή θέση, η «Παναγία της Επισκοπής».
Το εκκλησάκι του 8ου αιώνα, που ήταν ένα από τα σπουδαιότερα βυζαντινά μνημεία της χώρας μας, και υπήρξε κατά τα Βυζαντινά χρόνια έδρα της Επισκοπής Λιτζάς και Αγράφων.
Όταν αποφασίστηκε η κατασκευή της τεχνητής λίμνης έγιναν έρευνες και ανακαλύφθηκαν τρία στρώματα τοιχογραφιών, του 8ου-9ου αιώνα, του 11ου και του 13ου. Οι τοιχογραφίες αφαιρέθηκαν και μεταφέρθηκαν στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο των Αθηνών, όπου βρίσκονται ως και σήμερα.
Ειδικά για την εκκλησία της Επισκοπής λέει ο φωτογράφος Κώστας Μπαλάφας:
“…Εγώ προσωπικά, επειδή το μνημείο αυτό ήταν από τα πιο αξιόλογα Βυζαντινά μνημεία, είχα κάνει πρόταση για την μεταφορά της στον Eliot, Δ/ντή της Αμερικανικής Εταιρίας Ebasko , που είχε αναλάβει την μελέτη και κατασκευή του έργου. Ο Αμερικανός το είδε θετικά μιας και το υπερυψωμένο έδαφος του χώρου επέτρεπε την κατασκευή κατάλληλης πλατφόρμας για την μεταφορά. To Yπουργείο Δημοσίων Έργων όμως τότε, δήλωνε ότι δεν υπάρχουν οι απαιτούμενες πιστώσεις και το θέμα αποσιωπήθηκε και ξεχάστηκε…όπως συνήθως…».
|
Η Παναγία της Επισκοπής ενώ πνίγεται στα νερά της λίμνης |
Και οι κάτοικοι, επί δεκαετίες μετά, ζητούσαν από τις αρχές να ερευνήσουν την κατάσταση της εκκλησίας που βρισκόταν στο βυθό της λίμνης, αλλά οι εκκλήσεις τους έπεφταν στο κενό.
Ως τη στιγμή που 45 ολόκληρα χρόνια αργότερα, το 2008, μια ομάδα ερασιτεχνών αυτοδυτών από την Αθήνα αποφάσισε να αναζητήσει τη… χαμένη «Ατλαντίδα» της Ευρυτανίας.
Ήταν η ομάδα «Τηθύς».
«Τον βρήκαμε τυχαία»
Στις αρχές Μαΐου του 2008 λοιπόν, δεκατρείς δύτες, επτά συνοδοί, οκτώ αυτοκίνητα και ένα βουνό από φιάλες ξεκίνησαν από την Αθήνα για την ανακάλυψη της «βυθισμένης πολιτείας» της Ευρυτανίας.
Ο 63χρονος κ. Χρήστος Ευθυμίου, μέλος του Δ.Σ. του Συλλόγου Ερασιτεχνών Αυτοδυτών «Τηθύς» διηγείται:
«Η αλήθεια είναι ότι δεν ξεκινήσαμε με το σκεπτικό να ανακαλύψουμε τον ναό. Απλώς θέλαμε να εξασκηθούμε σε κατάδυση σε λίμνη, κάτι πολύ σπάνιο στην Ελλάδα.
Σταδιακά όμως, ο βυθισμένος ναός μας κίνησε το ενδιαφέρον. Κανείς δεν τον είχε αντικρίσει για 45 χρόνια. Και αν το καταφέρναμε εμείς; Αυτό που ξεκίνησε ως «αστείο» μετεξελίχθηκε σε κανονική… αποστολή και έμελλε να μετατρέψει τα μέλη του συλλόγου σε παθιασμένους εξερευνητές.
«Αρχίσαμε να μαζεύουμε στοιχεία, να μελετάμε παλιές φωτογραφίες, χάρτες, έγγραφα και ταξιδέψαμε στην περιοχή για να μιλήσουμε αναλυτικά με τους ντόπιους. Η λίμνη έχει μεγάλη έκταση και έπρεπε να είμαστε απόλυτα ακριβείς, ειδάλλως δεν είχαμε καμία ελπίδα» προσθέτει ο κ. Ευθυμίου.
Με τη βοήθεια του κ. Κώστα Σερπάνου, ψαρά της περιοχής, έβαλαν πλώρη για την τοποθεσία όπου σύμφωνα με τα στοιχεία έπρεπε να βρίσκεται το εκκλησάκι.
Την ίδια στιγμή, ο ηλικιωμένος πατέρας του κ. Σερπάνου, παρακολουθούσε από το βουνό και μέσω κινητού τηλεφώνου κατηύθυνε την ψαρόβαρκα, ανακαλώντας στη μνήμη του την εικόνα της περιοχής πριν από 45 χρόνια. Όταν το βυθόμετρο εντόπισε ένα ψηλό εξόγκωμα στο βυθό, οι δύτες ενθουσιάστηκαν.
Είχαν ανακαλύψει την «Ατλαντίδα» τους!
Και όμως, σύντομα θα αντιλαμβάνονταν ότι η κατάδυση στη λίμνη ήταν πολύ πιο δύσκολη υπόθεση.
«Ο όγκος εντοπίστηκε σε βάθος 30 μέτρων! Η ορατότητα όμως ήταν τρομερά περιορισμένη λόγω της υψηλής περιεκτικότητας σε φερτές ύλες και κοκκινόχωμα από τα ποτάμια που εκβάλλουν στη λίμνη. Ήταν σαν να καταδύεσαι σε λάσπη» θυμάται ο 49χρονος κ. Γιώργος Κυπραίος, ο οποίος ήταν ο πρώτος που βούτηξε.
«Σε βάθος μόλις δεκαπέντε μέτρων επικρατούσε απόλυτο σκοτάδι, τσουχτερό κρύο και οι κάτοικοι μας είχαν προειδοποιήσει για την ύπαρξη υπογείων ρευμάτων. Ταυτόχρονα, το υψόμετρο στο οποίο βρίσκεται η λίμνη (400 μ.) αύξανε τον κίνδυνο της νόσου των δυτών. Νιώθαμε ότι ο ναός ήταν κοντά μας, αλλά δεν μπορούσαμε να τον αγγίξουμε» προσθέτει.
Ο Σταυρός και μέρος του τρούλου της Παναγίας της Επισκοπής, στο βυθό της λίμνης. Φωτ. Σύλλογος Ερασιτεχνών Αυτοδυτών “ΤΗΘΥΣ”
Οι δύτες ήταν έτοιμοι να τα παρατήσουν. Στο κάτω-κάτω, δεν ήταν ούτε εξερευνητές ούτε επαγγελματίες. Πώς περίμεναν να ανακαλύψουν αυτό που ακόμη και οι Αρχές αρνούνταν να αναζητήσουν; Υπήρχε όμως κάτι που – ενάντια σε κάθε λογική – δεν τους επέτρεπε να σταματήσουν την προσπάθεια.
«Οι κάτοικοι της περιοχής είχαν επενδύσει συναισθηματικά στην αποστολή μας σε τέτοιον βαθμό, που δεν αντέχαμε να τους απογοητεύσουμε. Ήταν σχεδόν εξωπραγματική η αγωνία τους για το αν το εκκλησάκι έστεκε ακόμη όρθιο. Για αυτούς τους ανθρώπους που ξεριζώθηκαν βίαια από τον τόπο τους και δεν θα μπορέσουν ποτέ να τον ξανααντικρίσουν, η υποβρύχια εκκλησία συμβόλιζε ολόκληρο το παρελθόν τους. Η πίστη και η ελπίδα τους μας γέμισε επιμονή. Έπρεπε να τα καταφέρουμε. Είχαμε πλέον πεισμώσει» σχολιάζει μιλώντας ο κ. Φοίβος Βιλανάκης, άλλο μέλος του συλλόγου.
Οπλισμένοι με αποφασιστικότητα, οι δύτες ξεκίνησαν το επόμενο πρωί για το σημείο που είχαν εντοπίσει την προηγούμενη ημέρα. Τότε η κ. Μαρία Σαλωμίδη και ο κ. Γιάννης Ίσσαρης καταδύθηκαν και χρησιμοποιώντας ένα ειδικό μηχάνημα σάρωσαν οριζοντίως τον βυθό, σε βάθος 40 μέτρων. Έπειτα από λίγο εντόπισαν έναν όγκο. Είχαν βρει την εκκλησία. Πλησίασαν και άρχισαν να ψηλαφούν τον τοίχο, αναδυόμενοι προς την επιφάνεια. Στο βάθος των 32 μέτρων κατόρθωσαν να αγγίξουν τον θόλο. Η εκκλησία ήταν ακόμη όρθια!
«Παρότι δεν πιστεύω στον Θεό, η συγκεκριμένη εμπειρία είχε έναν μυστικισμό σχεδόν θρησκευτικό. Έπειτα από τόση προσπάθεια και ταλαιπωρία, με όλη τη συναισθηματική φόρτιση που φέραμε, το να αντικρίζουμε τον τρούλο μας γέμισε χαρά, κυρίως γιατί θα τη μοιραζόμασταν με τους κατοίκους» λέει η κ. Σαλωμίδη.
Έχουν περάσει τρία χρόνια από την ανακάλυψη ότι η εκκλησία της Επισκοπής βρίσκεται ακέραια στο βυθό της λίμνης των Κρεμαστών. Μήπως είναι καιρός να γίνει κάτι για την ανάδειξη αυτού του μνημείου;
Κι όπως είπε ο Κώστας Μπαλάφας…“Κάτι που δεν έγινε τότε, που η τεχνολογία ήταν ακόμη στα σπάργανα, ας γίνει τώρα που η τεχνολογία έφτασε να κάνει …θαύματα..”