Κώστας Δημάδης 1872-1940

Γύρω στα 1880.

Στα χωριά της Ηπείρου η σκλαβιά πλακώνει τις ψυχές των ραγιάδων. Οι  Τούρκοι διαφεντεύουν την περιοχή με το γιαταγάνι.

Μία φαμελιά όμως σηκώνει κεφάλι και με θάρρος παρακινεί τη Ρωμιοσύνη να παλέψει, να πάρει τα όπλα, να ξεσηκωθεί. Οι τσοχανταρέοι (χωροφύλακες) της περιοχής, τους κυνηγούν και αυτοί καταδιωγμένοι, αναγκάζονται να αφήσουν το χωριό τους, το Τούρναβο, και να καταφύγουν στο Αγρίνιο.

Είναι η οικογένεια Δημάδη.

Ο οχτάχρονος γιός της οικογένειας, ο Κώστας, πηγαίνει στο Δημοτικό. Συνεχίζει στο σχολαρχείο Αγρινίου και το 1886 φεύγει για το Μεσολόγγι όπου βγάζει και το Γυμνάσιο.

Το όνειρο του μικρού Κώστα είναι να γίνει γιατρός. Οι γονείς του τον στέλνουν στην Αθήνα, στο Πανεπιστήμιο.

Άριστος φοιτητής με επαίνους από τους καθηγητές του.

Λατρεύει όμως εξίσου την ποίηση και ασχολείται με πάθος και με αυτή. Γράφει στίχους και τους δημοσιεύει. Φανατικός δημοτικιστής δημοσιεύει τα έργα του σε πολλά περιοδικά της εποχής με τα ψευδώνυμα «Μάξιμος Δώρος» και «Γελασίνος».

Τρία χρόνια αργότερα, ο Κώστας βρίσκεται ανάμεσα στον κύκλο του Παλαμά, του Μαλακάση, του Γρυπάρη, του Σκίπη, του Κώστα Χατζόπουλου.

Ο Παλαμάς και ο Σκίπης τον παροτρύνουν:

«Παράτα την Ιατρική και το θερμόμετρο και πιάσε την πένα…»

Αυτός όμως αφοσιώνεται στα πανεπιστημιακά του βιβλία και κατορθώνει να γίνει γιατρός. Με άριστα παίρνει το δίπλωμα του μαιευτήρα.

Φεύγει για το Παρίσι όπου παράλληλα με τις ανώτερες ιατρικές του σπουδές μαγνητίζεται από την γαλλική φιλολογία. Εκεί γνωρίζεται με κορυφαίους της τέχνης και αποκτά στενή, αδελφική φιλία με τον Εμίλ Ζολά.

Η νοσταλγία για την πατρίδα τον κάνει στα τέσσερα χρόνια να αφήσει το Παρίσι και να επιστρέψει στην Ελλάδα. Αμέσως επιστρέφει στο Αγρίνιο και ανοίγει ιατρείο γενικής παθολογίας.

Γρήγορα γίνεται γνωστός σ’ όλη την γύρω περιοχή, όχι μόνο για την επιστημονική του κατάρτιση, αλλά και για την ανθρωπιά του.

«Ο γιατρός δεν έπαιρνε λεφτά από τους φτωχούς. Ο γιατρός στους φτωχούς έδινε λεφτά. Τους τα άφηνε κάτω από το μαξιλάρι τους. Ήταν ο γιατρός των φτωχών. Μονάχα από τους πλούσιους έπαιρνε λεφτά».

(αφήγηση Αντωνίας Καρτσακλή)

Ο γάμος του με την σύντροφο της ζωής του, Ερασμία, ήταν ένας ευτυχισμένος γάμος. Η Ερασμία Παναγοπούλου, ήταν κόρη του μεγαλέμπορου καπνών Παναγόπουλου.

Ήταν ένθερμος δημοτικιστής. Χαρακτηριστικά αναφέρεται (βλ. Δημήτρη Γιάκο “οι Λυρικοί της Ρούμελης”) το τηλεγράφημα που ο ίδιος με άλλους επιστήμονες του Αγρινίου  έστειλαν στον καθηγητή Μυστριώτη τον Απρίλιο του 1911, όπως γράφει ο Δημήτρης Γιάκος (“Νέα Εποχή”, 1951), τότε που συζητιόνταν στην αναθεωρητική   βουλή το γλωσσικό ζήτημα εξ αφορμής του άρθρου 107 του Συντάγματος  για την επίσημη γλώσσα του κράτους.
Ο καθηγητής Μυστριώτης, γνωστός γλωσσαμύντορας, υπέρμαχος της καθαρεύουσας, επρόκειτο να πραγματοποιήσει διάλεξη στο Αγρινίου για το θέμα αυτό.
Στο τηλεγράφημα που μαζί με τον Κ. Δημάδη υπέγραψαν οι Αγρινιώτες της εποχής εκείνης, Δ. Καψάλης, δικηγόρος, Γ. Τσακανίκας, δικηγόρος, Ι. Παπαστράτος, δικηγόρος, Ν. Τζάνης, δικηγόρος, Αγαμ. Χατζόπουλος, ιατρός και Ν. Σαραντόπουλος, φαρμακοποιός, έγραφαν: «Παρακαλούμεν να μην επισκεφθήτε την πόλιν μας, του γλωσσικού ζητήματος εξαντληθέντος».

Έκανε και μεταφορές στα Ελληνικά του Ουγγαρέζου ποιητή Σάντορ Αλεξάντρ Πετέφι.
Τα διηγήματα και τα ποιήματά του δεν εκδόθηκαν ποτέ σε βιβλίο. Είναι δημοσιευμένα σε περιοδικά και εφημερίδες της εποχής.

Εκτός από τις εφημερίδες του Αγρινίου (“Θάρρος”, “Φως”, “Τριχωνίς”, και “Νέα Εποχή”), έχουν δημοσιευθεί, (όχι πάντα με το πραγματικό του όνομα), στα περιοδικά “Πάνθεον”, “Αττικόν Μουσείον”, “Μαστίγιο”, “Οικογένεια”, “Εστία” και “Νουμάς”.

Αξιομνημόνευτη ήταν μια διάλεξη που πραγματοποίησε για τον Κ. Χατζόπουλο στο Αγρίνιο το 1929 και δημοσιεύτηκε σε τοπική εφημερίδα.

Ο Κ. Δημάδης ήταν ο πατέρας της ηρωίδας της αντίστασης Μαρίας Δημάδη.

17 Νοεμβρίου του 1940.

Ο γιατρός Κώστας Δημάδης βγαίνει στον κεντρικό δρόμο που είναι μπροστά στο σπίτι του. Το συνήθιζε άλλωστε να βγαίνει κάθε βράδυ. Από  εκεί μπροστά περνούσε ο στρατός μας που πήγαινε στο Αλβανικό μέτωπο. Ο γιατρός συνήθιζε να βγαίνει, να χαιρετά τους φαντάρους μας, να τους προσφέρει καπνό, σύκα και σταφίδες και να τους εύχεται την νίκη.

Εκείνο το βράδυ από τον κεντρικό δρόμο περνά το 6 Σύνταγμα Κορίνθου με όλα τα μεταγωγικά. Ο γιατρός χώνεται ανάμεσα στους ημιονηγούς και τους μοιράζει τα δώρα του. Εκείνη την στιγμή ένα αυτοκίνητο βγαίνει από μια στροφή  του δρόμου, οι προβολείς του πέφτουν πάνω στα ζώα, αυτά αιφνιδιάζονται, αγριεύουν και ένα δύστροπο μουλάρι χτυπά τον γιατρό. Πέφτοντας χτυπά το κεφάλι του στην κόχη του πεζοδρομίου, που ακαριαία του κόβει το νήμα της ζωής του.

 

 

Visited 2 times, 1 visit(s) today