Ο Ηρακλής στην Αιτωλία

Η μάχη με τον Αχελώο.
 
Ηρακλής και Αχελώος
Cornelis van Haarlem – 1590

 Κάποτε στα μυθικά χρόνια, ο Δίας κάλεσε όλους τους θεούς και τους ανακοίνωσε ότι το πρώτο αγόρι που θα γεννιόταν εκείνες τις μέρες  θα γινόταν βασιλιάς των Μυκηνών. Επρόκειτο τότε να γεννήσουν η Αλκμήνη και η Νικίππη. Η Αλκμήνη ήταν  ερωμένη του Δία και θα γεννούσε το παιδί του και η Νικίππη ήταν η γυναίκα  του βασιλιά  των  Μυκηνών,  Σθένελου.

Ο Δίας εννοούσε φυσικά τον γιό της ερωμένης του, της Αλκμήνης. Εξ’ άλλου η Αλκμήνη ήταν στον ένατο μήνα της εγκυμοσύνης της ενώ η Νικίππη ήταν στον έβδομο μήνα.

Η Ήρα από ζήλια προς την ερωμένη του Δία και έχοντας ένα σχέδιο στο μυαλό της , δέσμευσε τον Δία με όρκο,  ότι το πρώτο παιδί που θα γεννιόταν θα γινόταν βασιλιάς και το δεύτερο θα υπηρετούσε τον πρώτο για όλη του τη ζωή.

Ο Δίας ορκίστηκε και η Ήρα έβαλε όλα τα μέσα για να καθυστερήσει τον τοκετό της Αλκμήνης και να επισπεύσει τον τοκετό της Νικίππης.

1608, Χαλκογραφία

Όταν λοιπόν η Νικίππη άρχισε να έχει τους πρώτους πόνους της γέννας, κάλεσε τις Μοίρες και την Ειλείθυια, που ήταν η θεά της γέννησης και των πόνων του τοκετού και βοηθούσε τις γυναίκες να γεννήσουν και ν’ αντέχουν τους πόνους της γέννας. Αυτές  κάθισαν μπροστά από το δωμάτιο της ετοιμόγεννης, γονάτισαν κι έδεσαν τα χέρια τους γύρω από τα γόνατά τους,  «δένοντας» μ’ αυτό τον τρόπο τους πόνους της επίτοκης  για να καθυστερήσουν την γέννηση του παιδιού. Ταυτόχρονα δε επιτάχυναν τους πόνους της Νικίππης.

Η Νικίππη πράγματι γέννησε πρώτη στους επτά μήνες και η Αλκμήνη, τέσσερις μέρες αργότερα, δεύτερη. Γιός της Νικίππης ήταν ο Ευρυσθέας και της Νικίππης ο Ηρακλής.

Μία εκδοχή του μύθου θέλει αυτός να είναι ο λόγος που ο Ευρυσθέας αργότερα ανέθεσε στο Ηρακλή να πραγματοποιήσει τους περίφημους 12 Άθλους του.

Η άλλη εκδοχή είναι ότι η Ήρα από μίσος και ζήλια για το ξεχωριστό γιό του άντρα της τον τρέλανε, με αποτέλεσμα να σκοτώσει τη γυναίκα του και τα παιδιά του. Ο Ηρακλής είχε παντρευτεί τη Μεγάρα, κόρη του βασιλιά της Θήβας, με την οποία απέκτησε τρία (κατ’ άλλους περισσότερα) παιδιά. Όταν ο Ηρακλής συνειδητοποίησε τι έκανε, αποφάσισε να πάει στο Μαντείο των Δελφών για να πάρει χρησμό, ώστε να μάθει με ποιον τρόπο θα μπορούσε να εξαγνισθεί. Σύμφωνα με τον χρησμό, έπρεπε να υπηρετήσει για δώδεκα χρόνια τον Ευρυσθέα, βασιλιά των Μυκηνών, και να πραγματοποιήσει τους άθλους που θα του πρόσταζε εκείνος.

Ο ενδέκατος άθλος που είχε ανατεθεί στον Ηρακλή ήταν να κατέβει στον Άδη και να πάρει τον Κέρβερο, το άγριο σκυλί με τα τρία κεφάλια, που φύλαγε την πόρτα του Κάτω Κόσμου και να τον πάει στον Ευρυσθέα.

Εκεί στον Άδη ο Ηρακλής συνάντησε την ψυχή του θρυλικού ήρωα της Αιτωλίας, Μελέαγρου.

Ο Ηρακλής θαύμαζε πολύ τον Μελέαγρο γνωρίζοντας τα κατορθώματά του και την ανδρεία του. Είπε λοιπόν στον Μελέαγρο να του ζητήσει μία χάρη, την οποία θα υλοποιούσε όταν ανέβαινε στον επάνω κόσμο. Ο Μελέαγρος ζήτησε από τον Ηρακλή να επισκεφτεί την Καλυδώνα και να ζητήσει από τον πατέρα του, Οινέα, να παντρευτεί την αδελφή του, Διηάνειρα.

Τελειώνοντας ο Ηρακλής τους 12 άθλους του, ελεύθερος πια και θέλοντας να τηρήσει την υπόσχεση που είχε δώσει στην ψυχή του Μελέαγρου, ήρθε στην Αιτωλία, στο βασίλειο της Καλυδώνας. Εκεί, τον καλοδέχτηκε ο Οινέας και αφού του είπε για τη συνάντηση που είχε με την ψυχή του Μελέαγρου, ζήτησε σε γάμο την κόρη του τη Δηιάνειρα. Ο Οινέας δεν του το αρνήθηκε αλλά του ανέφερε το σοβαρό εμπόδιο που υπήρχε: την κόρη του, καιρό τώρα τη ζητάει για γυναίκα του, ο θεοπόταμος Αχελώος. Η Δηιάνειρα όμως δεν τον ήθελε για άντρα της. Έτσι, οι δυο υποψήφιοι γαμπροί, καλούνται να παλέψουν και ο νικητής θα γινόταν  σύζυγος της βασιλοπούλας. Η πάλη ήταν δύσκολη. Ο Ηρακλής δυσκολεύτηκε  με τις μεταμορφώσεις του Αχελώου. Ο Αχελώος, όπως κάθε ποτάμια θεότητα, είχε  την  δυνατότητα  ν’ αλλάζει  μορφές. Πότε γίνεται φίδι, πότε γίνεται ταύρος και πότε άνθρωπος.
Ο Σοφοκλής στις Τραχίνιες παρουσιάζει τη Δηιάνειρα, να αναφέρει, προλογίζοντας το δράμα, ότι έχει μνηστήρα της τον ποταμό Αχελώο που εμφανιζόταν με τρεις μορφές: σαν ταύρος, σαν αστραποβόλος σκολιός, δράκοντας και άλλοτε πάλι σαν άντρας ταυροπρόσωπος.

Πάνω στην πάλη, λοιπόν, την ώρα που ο Αχελώος μεταμορφώνεται σε ταύρο, ο Ηρακλής του σπάει το ένα του κέρατο. Ο Αχελώος τερματίζει τη μάχη, δέχεται την ήττα του και του ζητά να του δώσει πίσω το κέρατό του. Σε αντάλλαγμα δίνει στον Ηρακλή το κέρας της Αμάλθειας, την πηγή αφθονίας και υλικών αγαθών.

Ο Ηρακλής  παντρεύεται τη Δηιάνειρα με μεγάλες τιμές και μένουν αρκετά χρόνια στο παλάτι της Καλυδώνας. Μαζί απέκτησαν τέσσερις γιους (τον Ύλλο, τον Κτήσιππο, τον Γληνό και τον Ονίτη ή Οδίτη)  και μια κόρη.

Στο διάστημα αυτό ο Ηρακλής βοήθησε τους Καλυδώνιους στην εκστρατεία τους εναντίον των Θεσπρωτών. Ένα αναπάντεχο γεγονός, όμως, διέλυσε την ήρεμη οικογενειακή ζωή του ήρωα. Είχε σκοτώσει κατά λάθος τον Εύνομο, οινοχόο και συγγενή της Δηιάνειρας. Αποφάσισε να φύγει από την Αιτωλία.
Πήρε μαζί του την Δηιάνειρα και τα παιδιά τους με σκοπό να μεταβούν στην Τραχίνα. Πριν ακόμη όμως ξεκινήσουν το ταξίδι τους, θα έπρεπε να διαβούν τον ποταμό Εύηνο, που ήταν πολύ δύσβατος.

Ο Ηρακλής, η Δηιάνειρα και ο Κένταυρος Νέσσος.
Από αρχαίο ελληνικό αγγείο.

Στον ποταμό αυτό είχε εγκατασταθεί ο κένταυρος Νέσσος που είχε γλιτώσει απ’ τον Ηρακλή σε μια συμπλοκή του με τους Κένταυρους κι εργαζόταν εκεί ως περατάρης, περνώντας πεζούς διαβάτες στην άλλη πλευρά του ποταμού πάνω στην πλάτη του. Ο Ηρακλής πέρασε πρώτος το ποτάμι , ενώ τη Δηιάνειρα την πήρε ο Νέσσος στην πλάτη του, για να την περάσει απέναντι. Όμως, κατά τη διαδρομή, επιχείρησε να την απαγάγει. Ακούγοντας τις φωνές της ο Ηρακλής και καταλαβαίνοντας την πρόθεση του Νέσσου, τον χτύπησε με το βέλος του. Ο Νέσσος, ξεψυχώντας, θέλοντας να πάρει εκδίκηση, έδωσε στη Δηιάνειρα ένα κοχύλι από το μαγικό του αίμα και της είπε να πλύνει με αυτό τον χιτώνα του Ηρακλή, αν κάποια στιγμή ο άντρας της πάψει να την αγαπά.

Ο Ηρακλής και η Δηιάνειρα έφτασαν στην Τραχίνα και ξεκίνησαν μια νέα ζωή.

Αφήνοντας την γυναίκα του στα ανάκτορα του βασιλιά της Τραχίνας, Κήυκα, ο Ηρακλής εκστράτευσε εναντίον του Εύρυτου, βασιλιά της Οιχαλίας. Και αφού σκότωσε εκείνον και τους γιους του, ερωτεύτηκε κι έκλεψε την κόρη του Ιόλη. Έπειτα πήγε στο ακρωτήριο Κήναιο στην Εύβοια, όπου θέλησε να κάνει θυσία προς τιμήν του Δία. Έστειλε λοιπόν τον σύντροφό του Λίχα  με την εντολή να ζητήσει από τη Δηιάνειρα το ιμάτιο και τον χιτώνα, που συνήθιζε να φοράει κατά τις θυσίες. Εκείνη πληροφορήθηκε από τον απεσταλμένο του τον έρωτα του Ηρακλή για την Ιόλη.

Ο Λίχας δίνει στον Ηρακλή το χιτώνιο με το δηλητήριο.
Γκραβούρα του Γερμανού Sebald Beham (1500-1550)

Επιθυμώντας να ξαναποκτήσει την αγάπη του άντρα της βύθισε το λευκό χιτώνα στο αίμα του κενταύρου όπως της είχε πει τότε. Όταν ο Ηρακλής τον φόρεσε, το δηλητηριασμένο αίμα του κενταύρου ξεχύθηκε και κόλλησε πάνω σ’ ολόκληρο το σώμα του, κατακαίγοντας το. Προσπαθώντας να ξεκολλήσει το χιτώνα από πάνω του, ξεκολλούσε μαζί και τις σάρκες του. Με αφόρητους πόνους, ο Ηρακλής, έτρεξε προς το ποτάμι, που ήταν δίπλα του και βούτηξε για να ανακουφιστεί αλλά το νερό εξατμίστηκε.  Τότε κατάλαβε ότι ήρθε το τέλος του.
Ο Ηρακλής έχοντας ανυπόφορους πόνους, ανέβηκε στο βουνό Οίτη, έφτιαξε ένα σωρό από ξύλα,  ξάπλωσε και παρακάλεσε τον γιο του , τον Ύλλο, ν’ ανάψει τη φωτιά.
Όμως , ο γιος του δεν είχε τη δύναμη να το κάνει. Μόνο ο Ποίας, πατέρας του Φιλοκτήτη , δέχτηκε να τον λυτρώσει από το μαρτύριό του και σε ανταπόδοση ο Ηρακλής του χάρισε το τόξο με τα βέλη του.

Ξαφνικά άρχισε ν’ αστράφτει και να βροντά. Ένα σύννεφο κατέβηκε, πήρε τον Ηρακλή και τον ανέβασε στον Όλυµπο.
Εκεί συµφιλιώθηκε µε την Ήρα κι έζησε για πάντα µε τους θεούς του Ολύµπου.

 


Share


~Αγρίνιο…Γλυκές Μνήμες~

Loading

Visited 5 times, 1 visit(s) today