Καπναποθήκες Παπαπέτρου

 

Η οικογένεια Παπαχριστοδούλου είχε καταγωγή από τον Μαχαλά Ξηρομέρου, Φυτείες Ξηρομέρου .

Ο Πέτρος Παπαχριστοδούλου ήταν ιερέας στο επάγγελμα. Η αλλαγή του επωνύμου του σε Παπαπέτρος έγινε εξ’ αιτίας αυτού. Ήταν παντρεμένος με την Αναστασία Γαλάνη και απέκτησαν τρία αγόρια και πέντε κορίτσια: Χρήστο, Αναστάσιο, Ιωάννη, Ελένη, Μαρία, Βασιλική, Ελευθερία και Αλεξάνδρα.

Αναστάσιος, Χρήστος, Ιωάννης Παπαπέτρου

Οι τρεις αδελφοί Παπαπέτρου, ο Χρήστος, ο Αναστάσιος και ο Ιωάννης άρχισαν να ασχολούνται με το εμπόριο καπνών. Ίδρυσαν την εταιρεία «Αφοι Παπαπέτρου» και  προμηθεύονταν καπνά  από  την  περιοχή  Αιτωλοακαρνανίας, τα  οποία επεξεργάζονταν στις αποθήκες, που είχαν ιδρύσει.

Η κατασκευή του κτιρίου των αποθηκών φαίνεται να ξεκινά το 1923, όπως μαρτυρά η επιγραφή στην πρόσοψή του. Τις καπναποθήκες τους τις έχτισαν κοντά στον σιδηροδρομικό σταθμό στην οδό Κ. Παλαμά και Λ. Μαβίλη. Συνδέονταν μάλιστα μέσω παράκαμψης με το σιδηροδρομικό δίκτυο κάτι που εξυπηρετούσε για την μεταφορά του καπνού στο Κρυονέρι κι από εκεί στο κοντινό λιμάνι της Πάτρας και άλλους προορισμούς.

Ο ίδιος ο Ιωάννης Παπαπέτρος μετέβαινε στα χωριά για την αγορά καπνών που απαιτούσαν οι ανάγκες της Εταιρείας τους και λόγω της εξαιρετικής πείρας, που είχε αποκτήσει, με μεγάλη ευκολία τα κατέτασσε στις ανάλογες ποιότητες.

 

Οι άλλοι δύο αδελφοί, Χρήστος και Αναστάσιος, εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα,όπου προφανώς διοχετεύονταν τα επεξεργασμένα καπνά για να διατεθούν στη βιομηχανία, προκειμένου να συνεχιστεί το τρίτο στάδιο επεξεργασίας τους.

Οι καπναποθήκες των Αδερφών Παπαπέτρου είναι ένα από τα σημαντικότερα δείγματα αρχιτεκτονικής του μεσοπολέμου και αποτελεί ένα σπουδαίο κομμάτι της ιστορίας της πόλης.

Ξεχωρίζει για τις επιβλητικές του διαστάσεις, καθώς το μήκος του φτάνει τα 67 μέτρα και το πλάτος του τα 37.

Πρόσοψη καπναποθηκών. Πηγή: Αρχαιολογική Εταιρεία Αγρ.

Στις όψεις κυριαρχούν τα παράθυρα (κύριο χαρακτηριστικό των αποθηκών καπνού) και όλα διαθέτουν ένα υποτυπώδες μπαλκόνι. Τα κουφώματα των παραθύρων είναι ξύλινα, γαλλικά, ενώ τα υποτυπώδη μπαλκόνια έχουν σφυρήλατα κιγκλιδώματα.

Στον περιβάλλοντα χώρο του κτιρίου υπήρχαν κάποτε πολλά μικρά σπίτια, ιδιοκτησίας και αυτά των Αφ.
Παπαπέτρου, τα οποία νοίκιαζαν στους καπνεργάτες και καπνεργάτριες, που στην πλειοψηφία τους ήταν πρόσφυγες και ένα διώροφο κτίριο όπου στεγάζονταν τα γραφεία της Εταιρείας.

Το 1992 με απόφαση του υπουργού ΠΕΧΩΔΕ και με απόφαση του υπουργού Πολιτισμού χαρακτηρίστηκε διατηρητέο. Λειτούργησε από την ίδρυσή του ως τα τέλη της δεκαετίας του ’80 περίπου. Το 2002 αγοράστηκαν από το Υπουργείο Πολιτισμού προκειμένου να αξιοποιηθούν ως μουσείο. Στο συμβόλαιο πώλησής τους περιγράφονται με λεπτομέρεια οι χώροι των συγκεκριμένων αποθηκών.

«…Ημιυπόγειο 1417 τετραγωνικών μέτρων, ισόγειο 1383 τετραγωνικών μέτρων, πρώτο όροφο 1775 τετραγωνικών μέτρων, δεύτερο όροφο 1383 τετραγωνικών μέτρων και τρίτο όροφο 1175 τετραγωνικών μέτρων ήτοι σύνολο 6536 περίπου τετραγωνικών μέτρων. Κατασκευάστηκαν από τον πολιτικό μηχανικό Κων/νο Καζαντζή…»

Κατά την περίοδο της Κατοχής επιτάχθηκαν από τους Ιταλούς και τους Γερμανούς οι οποίοι το χρησιμοποίησαν ως φυλακές. Εκεί, στο ημιυπόγειο των αποθηκών,  φυλακίστηκαν  Έλληνες, Ιταλοί αντιφασίστες καθώς και Εβραίοι πριν τη μεταφορά τους σε γερμανικά στρατόπεδα (κάτι ανάλογο που είχε συμβεί και με τις αποθήκες Aφων Παναγοπούλου).

Στην πρόσοψη του κτιρίου υπάρχει ακόμη η επιγραφή: Divisione Casale 47 Comp. Artieri

Divisione Casale 47 Comp. Artieri. Πηγή: Κ. Πατρώνης

Ο Παντελής Τσίρος λέει για τους Εβραίους αιχμαλώτους:

“Τους είδα με τα μάτια μου στις αποθήκες Παπαπέτρου. Το υπόγειο (ημιυπόγειο) των καπναποθηκών Παπαπέτρου χρησιμοποιήθηκε υπό των Γερμανών για τη συγκέντρωση των Εβραίων περιοχής Ιωαννίνων κυρίως και Άρτης. Όταν η σκέψη μου μεταφέρεται στην περίοδο αυτή, θυμάμαι και έχω καλά διατηρημένη στη μνήμη μου την εικόνα που αντίκρισα: τους ανθρώπους αυτούς στοιβαγμένους και αναρριχώμενους στα σιδερένια κάγκελα από το βαθύ υπόγειο, ίσως και πατώντας στους ώμους των συγκρατουμένων τους να τείνουν τα χέρια τους για λίγο ψωμί ή κάτι άλλο φαγώσιμο και φάρμακα, προσφέροντας ό,τι πολυτιμότερο είχαν κοντά τους… Οι στιγμές αυτές ήταν λιγοστές διότι στο μεταξύ οι φρουροί Γερμανοί στρατιώτες στην είσοδο της καπναποθήκης μας εκδιώχνανε μακριά τους. Η παραμονή των Εβραίων στους χώρους αυτούς ήτο ολιγοήμερη καθότι στο μεταξύ είχε προγραμματισθεί η μεταφορά τους με καμιόνια, στους γνωστούς σε όλους μας χώρους των στρατοπέδων στη Γερμανία και Πολωνία με προορισμό την εξόντωση τους .»

Μεταπολεμικά η χρήση τους υπήρξε πιο ευχάριστη με πολιτιστικούς συλλόγους να οργανώνουν εκεί τους χορούς τους.

Ο Παντελής Τσίρος στη συνέχεια της αφήγησής του λέει:

«Έτριζαν τα πατώματα από τα βαλς, που ήταν ο χορός της εποχής.»

Και εξηγεί τη συμμετοχή του κόσμου στη διασκέδαση: Οι άνθρωποι «…άρπαξαν την ευκαιρία μετά την απελευθέρωση  για κατάκτηση των όσων  τα  δύσκολα εκείνα χρόνια εστερήθηκαν …».

Και ο X. Σ., παιδί τότε θυμάται:

“… Τις προηγούμενες μέρες είχα μία εμπειρία από το πως ζούσαν οι όμηροι που είχαν πιάσει οι Γερμανοί. Τους είχαν πιάσει και τους είχαν βάλει στις αποθήκες Παπαπέτρου και μου ‘δωσε η μάνα μου μια μπόλια με λίγο φαγάκι να πάω στον πατέρα μου που ήταν κι αυτός. Τον είχαν πιάσει γιατί εκείνη τη μέρα που έγιναν οι συλλήψεις στο Αγρίνιο δεν κάνανε εξαίρεση οι Γερμανοί, όποιον έβρισκαν μπροστά τους τον πιάνανε και τον πηγαίνανε στις αποθήκες Παπαπέτρου… είχαν γίνει τα διάφορα γεγονότα εδώ στα Καλύβια, ανατίναξαν το τρένο εκεί και έγιναν αυτά τα…και εις αντίποινα οι Γερμανοί μάζεψαν τον κόσμο. [….] Πήγα λοιπόν σε αυτό το κτίριο όπου ήταν σε ένα μεγάλο χώρο στην αποθήκη Παπαπέτρου, ήτανε στοιβαγμένα γύρω στα 800 – 1000 άτομα, σε άθλιες συνθήκες, είχαν δύο – τρεις μέρες εκεί μέσα και, θυμάμαι μια φοβερή μυρουδιά γιατί δεν είχαν αποχέτευση κι εκείνου που μου ’κανε φοβερή εντύπωση ήταν ότι αυτός ο κόσμος ε, δεν είχε που να πάει κι ότι κατουρούσε μέσα σε καζάνια μέσα στο χώρο αυτό και καίγαν εφημερίδες για να σπάσουνε λίγο τη μυρουδιά. Αυτό το έχω πολύ έντονα στο μυαλό μου. Όχι, όχι δεν ήταν παιδάκια, ήτανε μιας ηλικίας από δεκαοχτώ και πάνω ας πούμε, ηλικίας που οι Γερμανοί θέλανε να σκοτώσουνε ή να τιμωρήσουν εν πάση περιπτώσει. Θυμάμαι δε ότι εμένα με άφησαν και μπήκα, με άφησε ο σκοπός και μπήκα μέσα σε αυτό το πράγμα κι είδα αυτό. Οι όμηροι με αγκαλιάζανε, με φιλούσανε, με χαϊδεύανε, τώρα φανταστείτε ένα μικρό παιδί εφτά χρόνων να μπει μέσα σε ένα τέτοιο πράγμα και άλλοι κλαίγανε, άλλοι ήταν συγκινημένοι και λοιπά. Ε, και κάποια στιγμή εγώ βγαίνοντας έξω, ο σκοπός στην πόρτα μου ’δωσε μια κλωτσιά, πως του ήρθε λοιπόν και μου δίνει μία κλωτσιά βρέθηκα απέναντι. Κατατρομαγμένος λοιπόν, σηκώθηκα, έφυγα, πήγα στο σπίτι και διηγήθηκα στη μάνα μου το τι έγινε…».

Το 1946 οι καπναποθήκες επαναλειτουργούν για δύο χρόνια με περιορισμένης κλίμακας παραγωγή και την δεκαετία του ‘50 μετατράπηκαν σε σχολή χωροφυλακής.

Κατά τις δεκαετίες ’60 και ’70 ένα μέρος του εξωτερικού χώρου πουλήθηκε (εκείνο στο οποίο υπήρχαν τα μικρά σπίτια) και οι καπναποθήκες παραχωρούνται με ενοίκιο ως αποθήκη του συνεταιρισμού ελαιών της Αγροτικής Τράπεζας, αποθήκη των καπναποθηκών Ιωαννίδη, των Αφων Ηλιού και των Αφων Παναγόπουλου μέχρι την οριστική εγκατάλειψη του χώρου τη δεκαετία του ’80.

 

ΠΗΓΕΣ

  • Ο Κόσμος της Εργασίας: Γυναίκες και Άνδρες στην
    παραγωγή και επεξεργασία του καπνού, Μαρίας Αγγέλη
  • https://www.agrinionews.gr
  • Παπατρέχας Γ.,(1991), Η ιστορία του Αγρινίου, Αγρίνιο.
  • Αρχαιολογική Εταιρεία Αγρινίου
  • Μετατροπή Καπναποθήκης Παπαπέτρου σε
    Αρχαιολογικό Μουσείο και Πολιτιστικό Κέντρο Αγρινίου, Παύλου Ελπινίκ
    η

Για την αναπαραγωγή της ανάρτησης είναι ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ η αναφορά της πηγής.


Share

Loading

Visited 47 times, 1 visit(s) today